Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

fortunes.doc

Με αφορμή μια παλιά συλλογή ευφυολογημάτων (περιλαμβάνει κυρίως ευφυολογήματα από ένα πρόγραμμα ονόματι fortune όπως fortune coookie) που κάποιος γνωστός-άγνωστος μού ζήτησε, την οποία εντόπισα τυπωμένη ενώ σε ηλεκτρονική μορφή είναι σχεδόν απροσπέλαστη (it's a long story), είπα να μεταφράσω εδώ τα σχετικά με παιδιά (όταν τα πρωτοδιάβασα, παρασάγγας απείχα από το να είμαι γονέας. Τώρα τα βλέπω από την «άλλη μεριά»!):


- Ένα μωρό είναι ένα διατροφικό κανάλι με δυνατή φωνή στη μία άκρη και πλήρη ανευθυνότητα στην άλλη άκρη.

- Αγόρι: ένας θόρυβος με βρωμιά επάνω του.

- Πάρε εκδίκηση! Ζήσε αρκετά ώστε να είσαι εσύ πρόβλημα για τα παιδιά σου!

- Η παράνοια είναι κληρονομική. Την παθαίνεις από τα παιδιά σου.

- Ένα άθραυστο παιχνίδι είναι χρήσιμο για να σπάει άλλα παιχνίδια.

- «Κάτι τέτοιες ώρες, όταν είμαι παγιδευμένος σε μια αερόθυρα Βογκονικού διαστημόπλοιου παρέα με κάποιον από τον Μπετελγκέζ και πρόκειται να πεθάνω από ασφυξία στο κενό του διαστήματος, εύχομαι να άκουγα αυτά που μου έλεγε η μάνα μου όταν ήμουν μικρός.»
«Γιατί, τι σου έλεγε;»
«Πού θες να ξέρω; Αφού δεν άκουγα!»
(Ντάγκλας Άνταμς, από το «Γυρίστε το Γαλαξία με οτοστόπ»)

- Νιάτα είναι η περίοδος που κατηγορείς τους γονείς σου για τα πάντα, ενώ ωριμότητα είναι η περίοδος όπου μαθαίνεις πως για όλα φταίει η νέα γενιά.


Από την άλλη μεριά:

- Σύζυγος: το πρόσωπο που σου συμπαραστέκεται στα προβλήματα που δεν θα είχες αν είχες μείνει ανύπαντρος.

- Καθηγητής: αυτός που μιλάει στον ύπνο των άλλων.

- Ενήλικος: κάποιος αρκετά μεγάλος για να ξέρει καλύτερα.

- Η ευτυχία δεν είναι κάτι που βιώνεις, είναι κάτι που θυμάσαι.

- Παρατήρησες ποτέ πως, όσοι λένε «Άλλη η ώρα της δουλειάς και άλλη η ώρα του παιχνιδιού», ποτέ δεν βρίσκουν ώρα για παιχνίδι;

- Όσο πιο πολύ γερνάει κανείς, τόσο πιο πολύ περπάτημα έριχνε μικρός για να πάει σχολείο.

- Ποιο το νόημα να μεγαλώνεις αν δεν μπορείς να συμπεριφέρεσαι παιδιάστικα πότε-πότε; (Doctor Who)

- Υπάρχει μόνο ένας τρόπος να έχεις ευτυχισμένο γάμο. Μόλις τον εντοπίσω, θα ξαναπαντρευτώ. (Κλιντ Ίστγουντ)


Και, τέλος, χρήσιμα τώρα για τις γιορτές:

- ΔΩΡΑ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ
Εύκολο. Δεν χρειάζεται να σκεφτείς για να βρεις τι να τους πάρεις, επειδή θα σου πουν ακριβώς τι θέλουν. Μήνες ολόκληρους μελετούν το θέμα παρακολουθώντας τις διαφημίσεις του Σαββατιάτικου πρωινού. Φρόντισε να τους πάρεις ακριβώς αυτό που θέλουν, ακόμα κι αν δεν εγκρίνεις τις επιλογές τους. Αν το παιδί σου θέλει τον «Δολοφονικό Μπομπ», την κούκλα «με πρόσωπο που μπορείς να ξεσκίσεις με τα χέρια σου», καλύτερα να του τον πάρεις. Μπορεί να ανησυχείς πως τέτοια δώρα ενθαρρύνουν αντικοινωνικές συμπεριφορές, αλλά, πίστεψέ με, δεν έχεις ιδέα τι πάει να πει αντικοινωνική συμπεριφορά μέχρι να δεις ένα παιδί που είναι πεπεισμένο πως δεν πήρε το σωστό δώρο. (Ντέιβ Μπάρι: «Οδηγός επιβίωσης για τις Χριστουγεννιάτικες αγορές»)

- Ποτέ μην τρως περισσότερο από όσο μπορείς να κουβαλήσεις (Μις Πίγκυ)

- Η αρχή της αβεβαιότητας του Χάινεκεν: ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος πόσες μπίρες ήπιες χθες βράδυ.

- Δεν είμαι υπό την οινόρεια του επηπνεύματος όπως πιστοί μερικεύουν πως είμαι. Φταίει που, όσο μεθότερο κάθομαι εδώ, τόσο πιο πολύ περισσάω.

- Μεθυσμένος είσαι όταν νιώθεις σοφιστικέ αλλά δεν μπορείς να το προφέρεις.

- Δεν είσαι μεθυσμένος αν μπορείς να κείτεσαι στο πάτωμα χωρίς να κρατιέσαι από κάπου. (Ντιν Μάρτιν)

Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Not so *complex* after all

Διότι σόι πάει το βασίλειο. Ο 5½ ετών Αλέξανδρος δεν αρέσκεται καθόλου να χάνει. Αρχίζει με τα «Μπαμπά, έκλεψες!» και αν στην πορεία τού εξηγήσει οποιοσδήποτε ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο, περνάει διάφορα άλλα στάδια μέχρι το τελικό και ειλικρινές «Μπαμπά, αν δεν με αφήσεις να κερδίσω, δεν ξέρω κι εγώ τι θα γίνει!»

Συν τοις άλλοις, κάναμε την οικογενειακή αμαρτία και πήραμε Wii. Ο 4χρονος Μενέλαος, όταν διαπιστώνει ότι δεν είναι ακόμα καλός, τα παρατάει και πάει να κάνει κάτι άλλο (στην εξαιρετική περίπτωση που νικάει, φωνάζει περιχαρής «Ναι! Νίκησα!», αλλιώς περιορίζεται στην κλασική στάση τύπου γαύροι-βάζελοι και χαίρεται όταν χάνει ο Αλέξανδρος). Η Αθανασία μεγαλοστόμως κάνει δηλώσεις τύπου «θα σε κάνω, θα σε δείξω, είμαι η καλύτερη κτλ», ενώ εγώ το παίζω σιωπηλή δύναμη (το γνωστό: δεν μπορώ να μιλάω και να ρουφάω ταυτόχρονα την κοιλιά μου.)


Παίζαμε, λοιπόν, η Αθανασία, ο Αλέξανδρος κι εγώ Wii Party (πολύ-πολύ ωραίο για παρέα, ένα σωρό μικρά παιχνιδάκια για μικρούς και μεγάλους), και για κάποιο ανεξήγητο λόγο έτυχε να χάσω σε ένα από αυτά.

Αθανασία: «Να, Αλέξανδρε, είδες; Έχασε ο μπαμπάς.»
Αλέξανδρος: «Τα καλύτερα νέα που έχω ακούσει ποτέ μου.»

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2011

Είναι κακό στην άμμο να χτίζεις παλάτια...





Θα περάσουν αιώνες μέχρι να έρθει η στιγμή όπου οι άντρες θα παθιαστούν με την καθαριότητα και θα δούμε να σκουπίζουν μέχρι και τις παραλίες.



Το φοβερό είναι ότι όταν καμιά φορά συζητάμε άντρες και γυναίκες, οι πρώτοι σου πετάνε το θεϊκό "βάζω σκούπα απλά δε με έχεις δει εσύ..."


Έχω λοιπόν να δηλώσω τα παρακάτω:


1) Έχω φτιάξει δικιά μου γλώσσα προγραμματισμού


2) Έχω δημιουργήσει τη φανταστικότερη βάση δεδομένων


Και ΜΗ με αμφισβητήσει κανείς επειδή δε με έχει δει!!


























Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2011

It's a *complex* situation

Δύο γρήγορες συμβουλές για κομπλεξικούς μπαμπάδες (σαν κι εμένα).

Ναι-όχι

yes/no


Έρχεται κάποια στιγμή η ηλικία των παιδιών που τα πιάνει το πείσμα, και επιμένουν σε αυτό που λένε, ενώ εσύ λες το αντίθετο. Επιμένουν, επιμένεις, και κάποια στιγμή το θέμα φτάνει στο γνωστό «ναι-ναι-ναι-ναι»/«όχι-όχι-όχι-όχι».

Η καλή περίπτωση είναι να λες εσύ το «ναι», επειδή μπορείς να ρίξεις εκατό «ναι» για την πλάκα σου και το παιδί δεν προλαβαίνει (και άρα χάνει).

Τι κάνεις όμως όταν πέφτει σε εσένα το βάρος του δισύλλαβου «όχι»; Όσο γρήγορα κι αν μιλάς, το παιδί θα νικήσει και η ντροπή της ήττας θα σε ακολουθεί για δεκαετίες.

Η λύση είναι να μην επαναλαμβάνεις «όχι», αλλά «χιο» (με καταχρηστικό δίφθογγο, όχι όπως «Χίο»). Το ηχητικό αποτέλεσμα είναι σχεδόν το ίδιο, αλλά η ταχύτητα είναι τρομερά γρηγορότερη!

Σκάκι-τάβλι κλπ (καλύτερα όχι πρέφα, όχι ακόμα)

battle chess


Μαθαίνεις στο παιδί σου να παίζει επιτραπέζια παιχνίδια, αλλά έχεις ανάγκη να παίζεις σωστά (δηλαδή: παίζεις καλά διψώντας για αίμα). Εντάξει, του εξηγείς τις κινήσεις και τη λογική του παιχνιδιού, αλλά δεν μπορείς να παίξεις χαζά, πώς να το κάνουμε! Τι κάνεις για να πετύχεις την εκμάθηση χωρίς να στερήσεις την περιστασιακή χαρά της νίκης από το παιδί σου;

Την ώρα, λοιπόν, που του σκίζεις τα ράμματα και δεν ξέρει από πού του ήρθε, γυρνάς τη σκακιέρα ανάποδα. Γενικώς, αλλάζετε θέσεις, ή πιόνια. Παίρνεις τη θέση του παιδιού σου κι εκείνο παίρνει τη δική σου.

Η λογική είναι πως την επιλογή για το πότε θα αλλάξετε θέσεις την έχει το παιδί σου.

Για να σε δω τώρα πόσο μάνγκας είσαι :)

Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2011

Should have known better

Ανάρτηση με ατάκες του μικρού Μενέλαου (τέλη Οκτώβρη κλείνει τα 4).

Παραμονή Δεκαπενταύγουστου, είμαστε διακοπές· επιστρέφοντας από έξοδο, ο Αλέξανδρος θέλει κακά· βάρδια είναι η Αθανασία να κάτσει μαζί του. Κάθεται και ο Μενέλαος για την παρέα. Εγώ είμαι απέξω και τους ακούω.

Ο Αλέξανδρος εξασκεί τις τεχνικές γλειψίματος που με στοργή προσπαθώ να του διδάξω από μικρός:

«Μαμά, είσαι πανέμορφη! Και ο μπαμπάς είναι… όχι, όχι: μαμά, είσαι ομορφοκόριτσο και ο μπαμπάς είναι ομορφόπαιδο!»
Παρεμβαίνει ο Μενέλαος: «Όχι, η μαμά είναι η πεντάμορφη και ο μπαμπάθ είναι το τέραθ.» Παύση. «Ακούθ, μπαμπά;»

Όχι μόνο ακούω, αλλά τα καταγράφω κιόλας. Τθογλάνι.



Φέτος, ο Μενέλαος αρχικά δεν ήθελε να μπαίνει καθόλου στη θάλασσα. Του πήρε αρκετές μέρες μέχρι να το ξεπεράσει.

Ένα βράδι, στη φάση όπου ακόμα δεν το είχε ξεπεράσει, τους έχω βάλει για ύπνο. Ο Αλέξανδρος έχει κοιμηθεί και με το Μενέλαο συζητάμε περί ανέμων και υδάτων. Κάποια στιγμή που επικεντρώθηκα στα ύδατα, και συγκεκριμένα τον ρώτησα «Θα μπεις καθόλου στη θάλασσα μέχρι να γυρίσουμε στην Αθήνα;», ο Μενέλαος αποφάσισε πως η συζήτηση έλαβε τέλος σε εκείνο ακριβώς το σημείο. Μου λέει:

«Πήγαινε κάτθε με τον Αλέκθανδρο.»
«Γιατί, τελειώσαμε την κουβέντα μας;»
«Εντάκθει… όλα τα 'παμε.»



Όσο μεγαλώνουν τα παιδιά, η οδήγηση γίνεται και πιο ξεκούραστη. Εξηγώ:

Είμαστε σε φανάρι· ανάβει πράσινο και ο μπροστά-μπροστά κοιμάται. Εκφέρω ένα σιγανό: «Άντε, ξύπνα.»

Παρεμβαίνει ο Μενέλαος ακριβώς από πίσω μου.

«Άντε ρε φίλε!»
«Πες τα, αγόρι μου.»
«Τα λέω, μπαμπά! Άντε ρε φίλε με το Τογιότα! Δεν μου αρέθει καθόλου το Τογιότα θου! Μόνο του παππού Μενέλαου μου αρέθει! Εγώ όταν μπαίνω θτο Αβένθιθ οδηγάω καλύτερα από 'θένα!»

Δεν ξέρω πού να ορκιστώ ότι: 1) τα ως άνω καταγράφηκαν όπως ειπώθηκαν, παρότι δεν τα ηχογράφησα 2) to the best of my knowledge, εγώ δεν έχω πει τέτοια πράγματα!

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

Wow

Ακολουθεί περιγραφή τηλεφωνικής συζήτησης μεταξύ εμού και του φίλου Αργύρη, λίγο πριν κλείσουμε:

Μου λέει: «Θέλω και τη συμβουλή σου σε κάτι.»
Του λέω: «Ουάου.»
Μου λέει: «Οκέι.»

Μετάφραση (οι σκέψεις πίσω από αυτά που ειπώθηκαν):

«Έχω κάτι φυλλάδια delivery μπροστά μου. Θέλω να παραγγείλω κάτι να φάω. Από πού;»
«Eντυπωσιάστηκα που θέλεις συμβουλή και το εκφράζω με μια λέξη που πολύ σπάνια λέω.»
«Δεν είχες ιδέα τι θα σε ρώταγα, αλλά αφού έχω σχετικό φυλλάδιο, εγώ θα παραγγείλω από το «Ουάου» που κάνει και πολύ ωραία χοιρινά μπριζολάκια.»

Γελάγαμε σα χαζά κάνα λεπτό μετά.



Θεϊκή («από μικρό κι από τρελό») ατάκα του Αλέξανδρου στη φάση λογοδιάρροιας πριν τον ύπνο:

«Όταν φοβόμαστε, η ψυχή μας μικραίνει.»



Πριν τρεις εβδομάδες περίπου, τα παιδιά θυμήθηκαν ότι τον Απρίλη είχαμε πάει καλεσμένοι στα McDonald's για τα γενέθλια συμμαθητή του Αλέξανδρου, και είχε έναν ωραίο παιδότοπο όπου δεν έπαιξαν γιατί εκείνη την ημέρα έβρεχε. Μήπως μπορούσαμε να πάμε σήμερα; Παίρνω τηλέφωνο την Αθανασία να συνεννοηθώ, και δεν είχε αντίρρηση να πάμε¹.

Όταν κλείνω το τηλέφωνο, με ρωτάει ο Αλέξανδρος:
«Τι είπε η μαμά;»
Πριν προλάβω να απαντήσω, συμπληρώνει: «Καλά, άσε τη μαμά να λέει ό,τι θέλει, εμείς θα πάμε. Εμείς αποφασίζουμε!»

Η επιλογή των λέξεων με υποψίασε.
«Αυτό που είπες τώρα, Αλέξανδρε, το έχεις ακούσει από αλλού;»
«Ποιο;»
«Αυτό το "άσε τη μαμά να λέει", σ'το έχει πει κανείς;»
«Α, ναι, ο παππούς. Όταν η μαμά θυμώνει μαζί μου και μου λέει να μη βγω βόλτα με τον παππού, ο παππούς μού λέει: "Άσε τη μαμά να λέει ό,τι θέλει, εμείς θα βγούμε βόλτα."²»

Παππούδες και γιαγιάδες, να προσέχετε άλλη φορά τα μυστικά που νομίζετε ότι λέτε στους συν-συνωμότες σας ;)


¹ «Δεν ξέρω, κάνε ό,τι θες.» :)

² Παράδειγμα διαλόγου (του παραλόγου):
Μαμά (από μέσα): «Αλέξανδρε, για τιμωρία δεν θα βγεις βόλτα.»
Παππούς (από δίπλα): «Αλέξανδρε, θα φέρεις τις κάλτσες για να φύγουμε;»
Μπαμπάς (επίσης από δίπλα): «Αλέξανδρε, άκουσες τι είπε η μαμά.»
Παππούς: «Θα τις φέρεις ή να πάρω το Μενέλαο;»
Αλέξανδρος (μουτρωμένος με τη μαμά και το μπαμπά): «Να πάρεις το Μενέλαο.»
Παππούς: «Έλα, φέρε τις κάλτσες σου.»

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2011

Jack Spillet

Σύντομη οπτικοακουστική ενημέρωση.



Τα παιδιά χορεύουν και τραγουδούν ένα παλιότερο τραγουδάκι που είδαν πρόσφατα στο youtube. Ο τίτλος της ανάρτησης είναι η παραφθορά του ρεφρέν, όπως το αντιλήφθηκαν. Αν, παρά την πληθώρα των hints από το χορό τους, δεν καταλάβετε με το πρώτο video ποιο είναι το τραγούδι, θα το ακούσετε στο τέλος του δεύτερου video:






Το '89 είχα δει την υπόλοιπη παρέα στο ΟΑΚΑ (κι έχασα το απόκομμα του εισιτηρίου όταν μου έκλεψαν το πορτοφόλι στο στρατό το 1996). Το '06 είδα στη Μαλακάσα τον Waters (και ξαναλέω: τι ωραίο τραγουδάκι και τι ακόμα πιο γραμάτη παράσταση το “Leaving Beirut”).

Αυτή τη φορά ήμουν απέξω με το Μενέλαο και κάναμε ποδήλατο (διότι ο Αλέξανδρος είχε πάει βόλτα με τον παππού Μενέλαο, με όλα τα πλεονεκτήματα που προσφέρει μια τέτοια έξοδος), οπότε τα γονίδια μίλησαν και ο Μενέλαος πρότεινε ένα φανταστικό τρόπο να ολοκληρώσουμε την ποδηλατάδα:





Το έχω πει και αλλού: υπάρχουν κάποιες ασχολίες που είναι τρομερά επικίνδυνες και δύσκολες, και τα παιδιά δεν πρέπει να τις κάνουν, παρά μόνο υπό εξαιρετικές συνθήκες. Μια ρητή συνθήκη είναι να έχουν μεγαλώσει αρκετά (και άρρητη συνθήκη, αυστηρά μεταξύ μας, είναι να μην έχουν μεγαλώσει τόσο πολύ που να σε πάρουν χαμπάρι). Τα παιδιά το έχουν εμπεδώσει, και είναι ιδιαίτερα ευγνώμονες όταν τους επιτρέπεται κάποια από αυτές τις ασχολίες.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτών των ασχολιών είναι η παρασκευή καφέ για τον μπαμπά.

Ένα άλλο παράδειγμα είναι το πλύσιμο του αυτοκινήτου:





Εξώδικα ή/και αυτεπάγγελτες μηνύσεις για εκμετάλλευση ανηλίκων γίνονται δεκτές από το Σεπτέμβριο. Ευχαριστώ. Καλές διακοπές.

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011

Crisis Management

Με το κυριλέ εμπιθριόφωνο (και ογκβορμπισόφωνο :) του Kia έχω ξεσκιστεί να φτιάχνω δισκάκια με τη μουσική μου συλλογή για να ακούω τις ώρες που οδηγάω. Έχω φτιάξει και αυτοματοποιημένο σύστημα να τυπώνει φακελάκια με τα περιεχόμενα¹, οπότε ακούω πολλά (και ξεχασμένα, ή κομμάτια που δεν είχα τελικά ακούσει ποτέ). Ακούνε και τα παιδιά μαζί, όταν είναι, και μου λένε τη γνώμη τους.

Σήμερα το μεσημέρι άκουγα το “July Morning” των Uriah Heep, και μου λέει ο Αλέξανδρος:

«Μπαμπά, σου αρέσει αυτό; Εμένα μου αρέσει πάρα πολύ!»
«Κι εμένα μου αρέθει πάρα πολύ!» (η πορδή ονόματι Μενέλαος, μη τυχόν τον περάσει ο αδερφός του στην προτίμηση οποιουδήποτε).

Τους λέω ενθουσιασμένος ότι μου αρέσει πάρα πολύ, ότι το τραγούδι μιλάει για ένα πρωινό του Ιουλίου όπως είναι τώρα, ότι μπορώ να τους εξηγήσω τι λένε τα λόγια. Θέλουν. Το βάζω από την αρχή, τους μεταφράζω τις πρώτες στροφές. Πρώτο σημείο χωρίς φωνή, ο Μενέλαος ζητάει: «Μπαμπά, ξαναβάλε το.», διότι άμα δεν τραγουδάει κανείς, δεν είναι τραγούδι, είναι μουθική. Του λέω περίμενε, θα συνεχίσουν τα λόγια.

Στη φάση με το πρώτο σόλο του όργανου, κουνάω ρυθμικά το κεφάλι μου, και στον καθρέφτη άλλα δύο κεφαλάκια κουνιούνται στο περίπου, κοιτάζονται και γελάνε. Ο Μενέλαος στο πρώτο σόλο κιθάρας² τραγουδάει και ένα «αχ κουνελάκι» μόνος του.

Εγώ, λοιπόν, που για να ακούσω χαρούμενη μουσική πρέπει να συντρέχει σημαντικότατος λόγος³, σκέφτηκα να μαζέψω κάποια κομματάκια που έχουν ένα κοινό σημείο όσον αφορά εμένα, που δεν πρόκειται να το πω αλλά θα νομίζετε ότι θα βρείτε ποιο είναι, τα οποία θα τα κάνω playlist στο youtube και θα τα μοιραστώ μαζί σας. Ακούς αυτά, και έχεις την απαραίτητη μουσική κάλυψη στις σκέψεις σου για αυτοκτονία με όλα όσα γίνονται γύρω μας, ή αν σου αρέσουν, κάνουν ατάκες Βενιζέλων, Παγκάλων, Παπουτσήδων και λοιπών μη κυβερνητικών να φαντάζουν τόσο γελοίες και ασήμαντες όσο πραγματικά είναι.

Παρέ-παρέ⁴:




¹ τα οποία κάνω χαρτοκοπτική μετά, με κοπίδι και κόλλα UHU stick (που πλέον είναι γαλάζια μέχρι να στεγνώσει η κόλλα οπότε γίνεται διάφανη), για να μπορώ να σημειώνω και πόσο μου άρεσε το καθένα όταν περιμένω σε φανάρι.

² το οποίο, για κάποιο λόγο, μου το θύμιζε κάπως, κάπου η μουσική από το Monkey Island 2. Δεν θυμάμαι λεπτομέρειες, πρέπει να το ξαναπαίξω.

³ δεν θυμάμαι λεπτομέρειες (biz), αλλά νομίζω το έκανα σε περιπτώσεις που ήθελα να ρίξω κάποια. Αλλά προπολεμικά, λέμε.

⁴ συνοπτικά, χωρίς να είναι το κοινό σημείο:

The only thing that burns in hell
is the part of you that won't let go of your life

In my heart, in my mind, in my soul
Don't have to settle no goddamn score
Just a drop of water in an endless sea
Temptation comes not from hell but from above

Sailing on a driftwood on a windy bay
And probably will be for life
And who's the fool that wears the crown?
We were made for each other, me and you.

(πλην όμως,
This can't go on; it's all been wrong; for far too long
If you don't get given, you learn to take; and we will take you.)

Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

Extremely low temperatures in Hell

Ωραίες οι ατάκες των μικρών μας, όλων ημών που καμαρώνουμε τις ευρηματικές τους απαντήσεις, αλλά εγώ έχω σημερινή μονολεκτική ατάκα που δεν παίζεται και πραγματικά δεν υπάρχει. My kidz pwn yourz, simply. Sorry guys.

Κυριακή είναι τα γενέθλια του Αλέξανδρου και σήμερα το μεσημέρι κουβάλησα τα δύο μικρά (μαζί και τον παππού Μενέλαο, που προσπαθούσε να ξεπεράσει το σοκ όταν άκουσε για πρώτη φορά τον Αλέξανδρο να λέει ότι βαριέται να κάτσει λίγο με τον παππού το μεσημέρι) στα Jumbo.

Μπουκάραμε, λοιπόν, και αρχίσαμε να τριγυρνάμε κάνοντας διαλογή παιχνιδιών (μέχρι δύο ο καθένας): θέλω αυτό, θέλω εκείνο, θέλω και το άλλο, καλά ας αφήσουμε αυτό κλπ.

Όταν είχαμε καταλήξει, υπό την πίεση του Αλέξανδρου («Άντε, μπαμπά, πάμε να πληρώσουμε; Τι θα γίνει; Βρήκαμε αυτά που θέλαμε.») κινούμαστε προς τα ταμεία, και περνάμε δίπλα από τραπέζι όπου είχε κάτι κάρτες με μαγνητάκια και μπαλίτσες μπάκουγκαν και παπάρια μάντολες. Κάθονται λίγο να χαζέψουν και να παίξουν, οπότε έρχεται ο νεαρός υπάλληλος που προωθεί το συγκεκριμένο παιχνίδι να ρωτήσει:

«Θέλετε, παιδάκια, να σας κάνω από ένα δώρο;»

Και οι δύο μαζί με μια φωνή:

«Όχι.»

Ο υπάλληλος με κοίταξε εμβρόντητος και μου είπε: «Πρώτη φορά λέω σε παιδιά για δώρο και μου λένε όχι!», αλλά κι εγώ δεν ήμουν σε καλύτερη κατάσταση, μη νομίζετε. Δεν βρήκα τίποτα να του πω για να τον παρηγορήσω.

Τελικά, με τη συνδρομή μπαμπά, παππού και υπαλλήλου πείστηκαν να πάρουν ο καθένας από ένα μπαλάκι και μια μαγνητική κάρτα δώρο, αλλά νομίζω πως ο υπάλληλος δεν θα νιώσει ποτέ ξανά τη σιγουριά που ένιωθε μέχρι σήμερα το μεσημέρι. Τον δικό μου κλονισμό νομίζω θα χρειαστώ χρόνια ψυχοθεραπείας για να τον ξεπεράσω.

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

Afro-american peanuts

(Βασικά, αγγούρια καλυβιώτικα ήθελα να είναι ο τίτλος της ανάρτησης, αλλά αφού δεν έβρισκα κάτι εξυπνοφανές στα αγγλικά, είπα να βάλω πολιτικώς ορθά «φυστίκια αράπικα». Το χρησιμοποίησα κάπου αλλού πρόσφατα, όπου αστειευόμενος κάποιος κατηγόρησε για ρατσισμό εμένα και την εκεί υπόλοιπη διαχειριστική ομάδα.)

Είναι οριστικό. Ο Αλέξανδρος έχει καταλήξει σε αναμενόμενα συμπεράσματα. Σήμερα το απόγευμα είχε ξυπνήσει με λίγο γκρίνια, και παίχτηκε στιχομυθία ολόκληρη με τη μάνα του για να πάει να φορέσει τις κάλτσες του (που ήταν ακόμη στο δωμάτιο των παιδιών). Ο παππούς Μενέλαος, πάντα εκτελώντας το θεάρεστο έργο του παππού¹, πήγε ο ίδιος να του τις φέρει. Εγώ, ως γνήσια μετεμψύχωση του Αρτέμη Μάτσα, έδωσα στεγνά τον παππού στην κόρη του και πήγα πίσω τις κάλτσες. Τελικά τις έφερε ο Αλέξανδρος, αλλά προφανώς με πολλή δυσφορία.

Του λέω: «Θα τις φορέσεις μόνος σου ή θα σε βοηθήσει κάποιος άλλος;»
«Θα με βοηθήσει κάποιος άλλος.»
«Ποιος θα σε βοηθήσει;»
«Έλα, μπαμπά, αφού ξέρεις ποιος με αγαπάει περισσότερο απ' όλους.»
«Μπα; Ποιος σε αγαπάει περισσότερο απ' όλους;»
«Αφού ξέρεις.»
«Δεν ξέρω.»
«Ξέεερειειεις…»
«Η μαμά;»
«Όχι.»
«Εγώ;»
«Όχι.»
«Ο Μενέλαος;» (ο αδερφός του δηλαδή)
«Όχι.»
«Ποιος, ο παππούς Μενέλαος;»
Δεν απαντάει, παρά κάνει κινήσεις με χέρια, κεφάλι και ώμους που σημαίνουν «Το παίζεις χαζός τόση ώρα και δεν καταλαβαίνεις το προφανές;»

Τι να κάνεις; Εν τω μεταξύ, όποτε είναι ο παππούς στο σπίτι και μιλάω εγώ ή η Αθανασία στον Αλέξανδρο, ο παππούς εκτελεί χρέη μεταφραστή ή διπλωματικού ενδιάμεσου. Αν συμφωνεί με αυτά που λέμε, απλώς επαναλαμβάνει (έκο-έκο), αν διαφωνεί, λέει αυτό που νομίζει πως θα έπρεπε να έχουμε πει. Λυπάμαι όποτε αναγκάζομαι να του κάνω παρατήρηση, αλλά αυτή είναι και η προτροπή της ψυχολόγου του δήμου που καμιά φορά περνάει από τον παιδικό σταθμό και μιλάμε οι γονείς μαζί της.

Το άλλο μεγάλο θέμα είναι ο Αλέξανδρος και η εμμονή του με τα βυζιά. Όχι μόνο με τα ίδια τα βυζιά, αλλά και με τη λέξη «βυζιά». Πέφτουν σχεδόν όλοι επάνω του «έλα, βλακείες, χαζομάρες» κτλ, ενώ εγώ περιορίστηκα στο να συμφωνήσουμε να μη λέει κάποιες λέξεις παρά μόνο αν είμαστε μεταξύ μας. Προσπάθησα να το συσχετίσω με άλλα παραδείγματα (κάποιοι δεν θέλουν να τους γαργαλάμε επειδή τους ενοχλεί, οπότε δεν το κάνουμε, ενώ άμα το κάνουμε παιχνίδι και το έχουμε συμφωνήσει, δεν πειράζει κλπ), και πιστεύω πως δεν το λέει πλέον παραέξω. Όταν με ρώτησε γιατί ενοχλεί άλλους η λέξη, τον παρέπεμψα να ρωτήσει τους άλλους.

Τυχαίνουν, έτσι, φορές όπου γίνονται φάσεις σαν να είναι καλεσμένος ο Πανούσης σε τηλεοπτική συνέντευξη²: είμαι μόνος σε ένα δωμάτιο με τον Αλέξανδρο κι αρχίζει ο Αλέξανδρος: «Βυζιά, βυζιά, βυζιά, βυζιά, βυζάρες, βυζάκια, βυζιά, βυζιά…» και δεν σταματάει, οπότε αρχίζω κι εγώ μαζί του. Αν υπάρχει φόβος να ακουστούμε, το κάνουμε χαμηλόφωνα. Μετά από αυτό, επιβεβαιώνει ο Αλέξανδρος: «Μπαμπά, δεν πειράζει που το λέμε μεταξύ μας, ε; Δεν το λέω στο σχολείο!»

Έλα όμως που η απαγόρευση λέξεων ίσως να γίνεται απαγόρευση εννοιών στο παιδικό μυαλό… αναφέρομαι στο «κακή λέξη» = «κακό αντικείμενο».

Σε φάση που έχει κάνει κακά ο Αλέξανδρος και τον πλένω, κοιτάει το δικό μου στήθος³ όπως ανάγλυφα διαγράφεται στη φανέλα και μου λέει:
«Μπαμπά, μου αρέσουν πολύ τα βυζιά σου!»
«Τι λες παιδάκι μου; Των γυναικών είναι πιο ωραία.»
«Όχι, τα δικά σου.»
«Τα δικά μου ή της μαμάς;»
«Τα δικά σου.»
«Τα δικά μου ή της θείας Αλέκας;»
«Τα δικά σου.»
«Τα δικά μου ή της γιαγιάς;» (δεν έχει σημασία ποιας, είναι αμφότερες στόχοι :)
«Τα δικά σου.»

Με ζώσαν τα φίδια: μήπως δεν φταίει μόνο ποιος του έχει κάνει παρατήρηση, αλλά του έχει μείνει κουσούρι; Οπότε έβαλα κι εγώ τα μεγάλα μέσα:

«Τα δικά μου ή της κυρίας Αναστασίας;» (η κυρία του στον παιδικό)
Τα μάτια του εστιάζουν κάπου στο άπειρο κι ένα γλυκό χαμόγελο χαράζεται στα χείλη του, και λέει:
«Της κυρίας Αναστασίας… Χρόνια τα ονειρεύομαι!»

SN(AFU).

Ο Μενέλαος ακόμα περιορίζεται να ασχολείται ο ίδιος με το τθουτθούνι του όποτε θυμάται πως είναι εκεί. Καμιά φορά ζητάει εξυπηρέτηση και από τη μάνα του. Δεν ξέρω τι γίνεται στη συνέχεια.


¹ Το θεάρεστο έργο ενός παππού είναι να εφευρίσκει ολοένα και πιο ευρηματικούς τρόπους να αποφύγει να πει όχι στο αγαπημένο του εγγόνι.

² Τρανό παράδειγμα: ο Καψής καλεί τον Πανούση για συνέντευξη (δυστυχώς δεν το εντόπισα στο youtube). Αραιά και πού, ο Πανούσης πετάει καμιά βωμολοχία και ο Καψής γελώντας του κάνει παρατήρηση και ο Πανούσης υποκριτικά συμφωνεί πως δεν είναι σωστό. Φάση πρώτη: μιλάει ο Καψής, και την ώρα που μιλάει, ακούγεται ο Πανούσης στο υπόβαθρο να λέει χαμηλόφωνα: «πούτσος, πούτσος, πούτσος, πούτσος…». Φάση δεύτερη: ο Καψής φέρνει αντίρρηση στον Πανούση για κάποια λέξη που δεν θυμάμαι τώρα, οπότε ο Πανούσης απαντάει: «Κοιτάξτε, κύριε Καψή μου, η λέξη "τάδε", εν αντιθέσει με τη λέξη "πούτσος"…»

³ επαναλαμβάνω πως έχω την κατατομή γορίλα, οπότε αισθάνομαι την ανάγκη να σας διαβεβαιώσω πως το στήθος μου έχει ΜΥΩΔΕΣ υπόβαθρο και δεν είναι αυτό που αποκαλείται man-boobs! Όχι ότι δεν θα πεταχτούν κάποιοι εξυπνάκηδες να σχολιάσουν σχετικά, αλλά να ξέρετε πως μόνο εγώ λέω την αλήθεια.

Τρίτη 8 Μαρτίου 2011

Storkie's Suspended Smoking Session


S'sSSS ή το μετέωρο κάπνισμα στα καφέ του Χολαργού.

Όχι, δεν θα μιλήσω για το κάπνισμα σε δημόσιους χώρους, θα μιλήσω καθαρά για τη δική μου προσωπική συνήθεια.

Ο Αλέξανδρος είχε πρόβλημα με τις κενώσεις του: τις ανέβαλλε όσο μπορούσε. Δεν ήταν δυσκοίλιος, αλλά προσπαθούσε να γίνει. Τεσπά. Το πρόβλημα κόντευε να γίνει χρόνιο, αλλά ευτυχώς χάρη στη συνδυασμένη κινητοποίηση όλων μας, η λύση επήλθε.

Ένα από τα επιχειρήματα που είχαμε βασιζόταν στην τακτική του Αλέξανδρου (ως γενικό (ενίοτε στοχευμένο) φερέφωνο παππούδων, γιαγιάδων, δασκάλων κλπ) να μου λέει «μπαμπά, πρέπει να σταματήσεις να καπνίζεις»· κάποια στιγμή, γνωρίζοντας πλήρως τις συνέπειες, του είπα: «άρχισε να κάνεις εσύ κακά τουλάχιστον μέρα παρά μέρα, κι αυτό θα είναι το τελευταίο πακέτο καπνού που θα έχω αγοράσει.»

Το παιδί, πλέον, φτάνει στο αισχρό σημείο να θέλει να αφήσει πορδή και να μας τραβολογάει στην τουαλέτα μήπως θέλει να κάνει κακά¹, οπότε κι εγώ δεν έχω ξαναγοράσει καπνό. Τελευταία φορά που έκανα τσιγάρο ήταν το βράδυ της Τετάρτης 2 τ.μ. και τα πάω μια χαρά.

Οι φανατικοί αντικαπνιστές μη πεταχτείτε με χαρά να μου πείτε «μπράβο!», διότι θα με συγχίσετε και θα ψάξω να βρω τσιγάρο για να ηρεμήσω. Οι πιο ψύχραιμοι και γνώστες του θέματος έχουν ήδη παρατηρήσει πως, λόγω της διεστραμμένης εμμονής μου με την αλήθεια, έχω καλυφτεί ακόμα και νομικά να καπνίσω σχεδόν όποτε θέλω και να συνεχίσω να καπνίζω. Δεν χρειάζεται να εξηγήσω τι εννοώ, ελπίζω.

Διότι είναι απλό: τα πάντα είναι θέμα ελευθερίας. Θέλω να επιλέγω να μην καπνίζω, όσο γλυκιά κι αν είναι η ροή της νικοτίνης στο αίμα και απατηλά καθησυχαστική η επίστρωση πίσας στα πνευμόνια μου.

Παρεμπιπτόντως, είναι πολύ διδακτικό να προσπαθείς να προβλέψεις τι ακριβώς θα σου πει ο καθένας αφού τύχει να ενημερωθεί για το ότι έχεις να καπνίσεις από τότε. Διότι, εγώ απλώς έχω να καπνίσω από τότε, και πιθανώς να αργήσω πολύ ακόμα να καπνίσω, αν και σκοπεύω να ξανακαπνίσω τουλάχιστον μια φορά ακόμα πριν πεθάνω (ει δυνατόν)· οι άλλοι όμως το ερμηνεύουν αυθαίρετα ως «Ο Χρήστος επιτέλους έκοψε το κάπνισμα!» Δεν είμαι σίγουρος γιατί, αλλά όταν θα είμαι, θα επανέλθω.² Για την ώρα ας το πω με τον γενικό όρο «λάθος συμπέρασμα» ή έστω “wishful thinking”.

Εν τω μεταξύ, εγώ διασκεδάζω με ατάκες τύπου «κοπελιά, μήπως έχεις κάνα κατοστάρικο;» στη γυναίκα μου όταν γυρίζει από τη δουλειά, ή με ανήθικες προτάσεις σε κουμπάρες και φίλες στο MSN αρκεί να μου φέρουν ένα πακέτο καπνό. Το γεγονός ότι καμία δεν μου έχει κάτσει στην πράξη, μπορεί να σημαίνει: α) πως οι γυναίκες αποτελούν μια ισχυρά δεμένη συντεχνία ή β) πως όντως έχω παχύνει πολύ τον τελευταίο καιρό και στην τελική δεν είμαι τόσο ποθητός όσο νομίζω πως είμαι. Καλή φάση: να συνδυάσω παρατεταμμένο διάλειμμα μεταξύ τσιγάρων με αδυνάτισμα. Δεν θα αφήσω μυθικό προπύργιο για μυθικό προπύργιο.

Αχ, καιρό είχα να φληναφήσω έτσι.

Κατά τα άλλα: ο Αλέξανδρος τρίζει τα δόντια του (που ούτως ή άλλως έχει στραβώσει από το πιπίλημα του αντίχειρα). Έχω και ανατριχιαστικό audio για όσους δεν είχαν την ατυχία να ακούσουν ποτέ τριγμό δοντιών.

Ο Μενέλαος απλώς ροχαλίζει. Συνήθως. Καμιά φορά ξυπνάει, και με αξιοζήλευτη ακρίβεια ψευτοκλαψουρίζει στην απολύτως αναγκαία ελάχιστη ένταση για να γίνει ακουστός από εμένα και να πάω να τον αγκαλιάσω λίγο. Ακόμα κι εκεί δείχνει αξιοθαύμαστη ικανότητα διατήρησης ενέργειας³.

Έχω και ωραία βίντεο με τα μικρά να χορεύουν break-dancing (ή να το προσπαθούν, τουλάχιστον) ή να παίρνουν τις στάσεις καράτε που παίρνει κι ο Απαισιότατος Gru (ο Μενέλαος φορώντας κασκόλ που έκλεψε από τη γιαγιά του), αλλά πρέπει πρώτα να τα ανεβάσω. Δεν μου έρχεται κάτι άλλο τώρα.


¹ πλήρης μεταστροφή, ναι. Οι θεωρίες-γιατί είναι διαφορετικές από όλους τους συμμετέχοντες, και θα μου επιτρέψετε να κρατήσω κρυφή τη δική μου θεωρία, οπότε αυτή εδώ η υποσημείωση είναι παραπειστική και περιττή :)

² Δεν έχω ακόμα γκροκάρει πλήρως λίστες με fallacies (όπως αυτή), που θέλω να έχω μονίμως στο μυαλό μου και ως εργαλείο για να παραμένω ψύχραιμος όταν ακούω ηλιθιότητες

³ κάποιοι κακεντρεχείς το χαρακτηρίζουν ως γυναικείο χαρακτηριστικό: «θέλω να έχω τις μεγαλύτερες απολαβές με τη μικρότερη δυνατή κατανάλωση (χρημάτων/ενέργειας)», αλλά οι πιο σκεπτόμενοι θα καταλάβουν πως είναι ανθρώπινο χαρακτηριστικό, και αυτά που αλλάζουν ριζικά μεταξύ των δύο φύλων είναι το τι θεωρείται απολαβή και τι κατανάλωση.

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2011

Hush Daddy

Με αφορμή μια σύμπτωση, θυμήθηκα τις πλέον πρόσφατες ατάκες των κανακάρηδων:

Ο Αλέξανδρος δηλώνει πως θέλει να τρώει μόνο μακαρόνια με κιμά και φακές. Του υπενθυμίζω (επειδή πολλές φορές τα έχουμε συζητήσει) τα πλεονεκτήματα του να τρώμε απ' όλα, οπότε με καθησυχάζει: «Όχι, μπαμπά, εννοώ πως αυτά μου αρέσει να τρώω. Και βέβαια θα τρώω απ' όλα, μη συναγχώνεσαι.»

Ο Μενέλαος στο αυτοκίνητο προσπαθεί να με πείσει να πάμε βόλτα γύρω από το Ολυμπιακό Στάδιο, αλλά επειδή είχαμε κάτσει αρκετή ώρα μετά το σχόλασμα στην αυλή του παιδικού σταθμού για να παίξουν, αρνούμαι. Προσπαθεί με γκρίνια να τα καταφέρει, οπότε αρχίζω κι εγώ το παραμύθι («έχεις καταφέρει ποτέ οτιδήποτε μαζί μου κλαίγοντας;» «σας είχα πει ότι άμα κάτσουμε πολλή ώρα στον παιδικό σταθμό ΔΕΝ θα πάμε βόλτα» κλπ), και εκείνος καταφεύγει στη φραστική βία:
«ΜΠΑΜΠΑ! ΜΗ ΜΙΛΑΘ!»
«Γιατί να μη μιλάω; Επειδή έχω δίκιο;» [με ύποπτα ήρεμη φωνή, οπότε την ψυλλιάζεται]
«…Όχι, μπαμπά, θου λέω "μη μιλάθ" για να ακούμε τα τραγούδια.» [στο ραδιόφωνο]
Ε, άμα είναι για να απολαμβάνουμε την τέχνη, ας μη μιλάω κι εγώ. :)

ΥΓ σιχάθηκα τη ζωή μου στο δημοτικό συμβούλιο της Τρίτης για το θέμα των συμβασιούχων. Έμαθα ότι δεν φταίνε οι τωρινοί αλλά οι παραπροηγούμενοι (επειδή προηγούμενοι ήταν οι ίδιοι), είδα τα χαζά πολιτικά τερτίπια, αντιπάθησα τον Δήμαρχο που, όταν μια γονέας εκπρόσωπός μας προσπάθησε να πει αυτά που θέλαμε όπως και είχαμε αιτηθεί, την ρώτησε αρχικά «Εσείς τι μιλάτε; Ποιος σας ψήφισε;» και πιο μετά, επειδή ανέβηκαν οι τόνοι, την είπε προβοκατόρισσα, μας χαρακτήρισε όλους τους παρόντες γονείς ως «κουκουέδες» (δεν το είπε έτσι, είπε ότι κατάλαβε ποια παράταξη εκπροσωπούμε οπότε πετάχτηκε να διαμαρτυρηθεί και ο κουκουές στο δημοτικό συμβούλιο), και αρνήθηκε να καταλάβει ότι με το μειωμένο προσωπικό εδώ και μερικές ημέρες οι παιδικοί σταθμοί του Αμαρουσίου δεν είναι πια τα Ηλύσια Πεδία Των Παιδικών Σταθμών, και αν δεν γκρινιάζαμε τόσα χρόνια ήταν επειδή το προσωπικό ήταν επαρκές. Ανάθεμα τα μυαλά των πολιτικών. Δυστυχώς δεν είχα εγώ το μικρόφωνο, αλλιώς μπορεί να ήμουν τώρα ο πρώτος πολιτικός εξόριστος από έναν δήμο.

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Child care

Σε όλους τους δημοτικούς παιδικούς σταθμούς στο Μαρούσι έχει φύγει προσωπικό· ληγμένες συμβάσεις που δεν ανανεώνονται —οι του δήμου λένε πως φταίει το ΥΠΕΣ που δεν τους επιτρέπει να υπογράψουν νέες συμβάσεις— και οι σταθμοί λειτουργούν με λιγότερο προσωπικό από το λόγο 1÷16 για τα βρέφη ή το 1÷25 του δημοτικού. Ακούω πως το ίδιο ισχύει και για άλλους δήμους.
Οι γονείς κινητοποιούμαστε, αλλά ακόμα είμαστε στη φάση της οργάνωσης (ενημέρωση, υπογραφές για κατάθεση διαμαρτυρίας, αναζήτηση εναλλακτικών). Στην παρούσα φάση, δεν μας απασχολεί πρωτίστως το παιδαγωγικό κομμάτι αλλά το θέμα της ασφάλειας των παιδιών.

Έχουμε υπόψη μας σε ποια δημοτικά συμβούλια να παραστούμε, αλλά οι απαντήσεις που παίρνουμε από τους ιθύνοντες σκιαγραφούν μια ζοφερή πραγματικότητα: «εγώ στη θέση σας θα έπαιρνα τα παιδιά μου από τον παιδικό» (μετάφραση: όσοι έχετε πηγαίνετέ τα σε ιδιωτικό ώστε να μειωθούν τα παιδιά στους δημοτικούς και να μη τραβάμε ζόρι), «έτσι όπως πιέζετε θα κλείσουμε τους παιδικούς, ως δήμος δεν είμαστε υποχρεωμένοι να παρέχουμε σταθμούς» (αμετάφραστο αλλά σαφές, και δεν ξέρω αν ισχύει), «δεν φταίμε εμείς, φταίει ο Ραγκούσης» (και καλά υπάρχουν λεφτά αλλά είναι δεμένα τα χέρια μας), «μήπως προσωρινά®© χρηματοδοτήσετε εσείς οι ίδιοι περαιτέρω προσωπικό» (αυτό απέξω-απέξω…), «τι άλλο να κάνουμε; θα συμπτύξουμε τους παιδικούς» (δηλαδή, με το ίδιο προσωπικό θα μειώσουμε τους σταθμούς, οπότε για τώρα θα έχουμε ακόμα περισσότερα παιδιά ανά παιδαγωγό και από του χρόνου θα μειώσουμε τον αριθμό των παιδιών που θα γίνονται δεκτά).

Η ως τώρα πολιτική μας είναι: δεν χρηματοδοτούμε οι ίδιοι, διότι ουδέν μονιμότερον του προσωρινού· ζητάμε την επαναφορά του υπάρχοντος προσωπικού έστω και με παροχή υπηρεσιών που μπορεί να είναι «παράνομο» (βιελκόμεν ιν ζε μπγιούτιφουλ κάουντρι οφ γκρέι). Ζητάμε τα λεφτά μας (είναι και ακριβός ο δήμος Αμαρουσίου, όπως βλέπω στη ΔΕΗ και στις αναφορές της Τράπεζας της Ελλάδος) να πιάσουν τόπο. Ψάχνουμε να βρούμε μια άκρη κι εμείς.

Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε εμείς: αυτά που κάνουμε τώρα (ενυπόγραφες διαμαρτυρίες στο δήμο, συσπείρωση των πολιτών που χρωματίζεται από την εκάστοτε δημοτική αντιπολίτευση που θα στηρίξει την προσπάθεια)· διαμαρτυρίες στον Συνήγορο του Πολίτη· περαιτέρω ενημέρωση διαδικτυακή (π.χ. η προχειράντζα που τώρα γράφω) ή μέσω δημοσιογραφικών καναλιών (για όσους ενδιαφέρονται ή τους είναι χρήσιμο ένα τέτοιο θέμα στην παρούσα φάση).

Καμιά άλλη ιδέα εσείς;

Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2011

Over coffee


Σχεδόν όλα τα χρόνια που είμαι παντρεμένος, η ένοχη απόλαυση του καφέ στο σπίτι υλοποιείται πάντα ως αυτό που αποκαλείται caffè espresso americano: ένα κύπελλο espresso από την εσπρεσιέρα (κλείνοντας την παροχή νερού όταν το ζουμί αρχίζει να ασπρίζει για να μη «ταγγίσει» η γεύση) αραιωμένο με νερό που έχει ζεσταθεί αλλά δεν έχει βράσει (80-85°C υπολογίζω). Η άλλη εναλλακτική, όταν ξεμένω από εσπρέσο, είναι ελληνικός που έχει βράσει (και πάλι, βγαίνει όταν αρχίζει να φουσκώνει, ανακατεύεται σιγά-σιγά να ξαναπέσουν τα κατακάθια, πάλι λίγο στο μάτι και μετά στο κύπελλο) σε πολύ σιγανή φωτιά.

Δεν είμαι bon-viveur (τα γονίδια μιας προ-προ-προ-προ-προ-γιαγιάς κοντέσας Καμπίτση που ίσως να είχα εκ Κεφαλληνίας, αν υπήρχαν, μάλλον έχουν χαθεί), όμως η συγκεκριμένη γευστική απόλαυση συνεχίζει να μου είναι ακαταμάχητη (μιλάω για απλό Lavazza κόκκινο, ούτε Illy ούτε άλλα πιο περίτεχνα). Μου κακοφαίνεται πια όταν είμαι κάπου και κάνω καφέ από οποιοδήποτε καφέ στιγμής, ή πίνω από καφέ φίλτρου που έχει μείνει κάνα δίωρο. Διευκρινίζω ότι δεν γκρινιάζω στον οποιονδήποτε οικοδεσπότη μου· εμένα μου κακοφαίνεται.

Αφήνω λοιπόν τον πρόλογο για να έρθω στο θέμα, που θυμήθηκα με ενάμιση (ή μισό; ) περίπου χρόνο καθυστέρηση: καλοκαίρι, και είμαι μερικές ημέρες παρέα με τα παιδιά στη μάνα μου, στο Άνω Δασκαλειό κοντά το Σούνιο. Εκεί τριγύρω υπάρχουν και αρκετοί γείτονες που ήταν περίπου γείτονες και στην Ηλιούπολη (πριν πολλά-πολλά χρόνια).

Μια γειτόνισσα, η κυρία Τάδε, έχει τα εξής χαρακτηριστικά: είναι υπεργαμάτη μαγείρισσα (μαγειρεύει πολύ καλά και ποσότητα 2× των αναμενόμενων καλεσμένων της)· είναι άξια μαγαζατόρισσα στο κατάστημα που κρατάει με τον άντρα της· είναι πάρα πολύ καλή γυναίκα· και έχει εμφάνιση που… σε τρομάζει λίγο αν είσαι παιδί. Το λέω απέξω-απέξω αλλά καταλαβαίνετε. Είναι μια περίπτωση που, όταν κάποιος που τη γνωρίζει μιλάει με κάποιον που τη γνώρισε πρόσφατα, πάντα ο διάλογος καταλήγει με ένα «…αλλά είναι πάρα πολύ καλή γυναίκα».

Απόγευμα, λοιπόν, και είμαστε όλοι μαζί καλεσμένοι για καφέ στης κυρίας Τάδε. Πίνω νομίζω έναν ελληνικό, τα παιδιά μασουλάνε κάτι μπισκοτάκια. Εκείνη την περίοδο, ίσως λόγω διαφορετικού γένους (αρσενικό/θηλυκό), διαπίστωσα πως ο Αλέξανδρος πίστευε ότι άλλο άνθρωπος, άλλο γυναίκα· δηλαδή, θεωρούσε πως άνθρωπος είναι ισοδύναμο με άνδρα (σαν μη πολιτικώς ορθό αμερικανάκι, ένα πράμα). Πιστέψτε με, δεν του το είχαμε μάθει στο σπίτι! Είχε καταλήξει μόνος του, ακριβώς όπως όταν ρώταγε «μπαμπά, πώς ανοίγεται το μπουκάλι;» ή όπως ο Μενέλαος κατέληξε πως ο αόριστος του «παίρνω» είναι «έπαρα».

Φανταστείτε, λοιπόν, εμένα την ώρα που έπινα καφέ, και ο Αλέξανδρος να μου δείχνει την κυρία Τάδε και να με ρωτάει μπροστά σε όλους: «Μπαμπά, αυτός είναι άνθρωπος;»

Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2011

Trader of death

Μετά την αλλαγή του χρόνου, όταν έβαζα αργά τον Αλέξανδρο για ύπνο (ο Μενέλαος ήδη ροχάλιζε), μου εξομολογήθηκε πως το όπλο (ένα βαρβάτο περίστροφο που του είχα δώσει) το είχε φάει. Τι στο καλό κάνει αυτό το παιδί στα όνειρά του, δεν μπορώ να καταλάβω.

Επειδή δεν μπορούσα να τον αφήσω έτσι ανυπεράσπιστο στα τέρατα που καραδοκούν ενίοτε, αναγκάστηκα να του δώσω ένα ακόμα πιο βαρβάτο περίστροφο με διακόπτη που γυρνάει σε λέιζερ καλύτερο από του Μπαζ Λάιτγίαρ που ευτυχώς είχα πρόχειρο. Του εξήγησα πως αυτό έχει χάλια γεύση και να μη το φάει. Μου ζήτησε επιπλέον σχοινί για να δένει τα τέρατα, του έδωσα μια κουλούρα. Δεν του έφτανε αυτό, ήθελε και εγγύηση πως δεν πρόκειται να του τελειώσει. Τον διαβεβαίωσα πως όχι μόνο όσο και να χρησιμοποιήσει θα έχει άλλο τόσο, αλλά είναι και κολλώδες σαν τον ιστό του Σπάιντερμαν. Τρελάθηκε από τη χαρά του.

Πριν από λίγο ξύπνησε και με φώναξε με βραχνή φωνή, και όταν πήγα κοντά του πάλι μουρμούρισε νυσταγμένα κάτι για (ακαθόριστο) και ότι ήθελε αγκαλίτσα. Τον αγκάλιασα και του λέω, «Πάλι ξέχασες το όπλο;», και λίγο χαλάρωσε που το θυμήθηκε. Του λέω, «Για αυτό σου το έδωσα, δεν υπάρχει τίποτα που το όπλο σου να μη το εξαφανίζει.» Κοιμήθηκε πολύ γρήγορα.

In other news: έχω αφήσει μούσια, μήπως γίνω παπάς (αυτοί πληρώνονται καλά) ή ζωστώ φυσέκια και πάρω τα βουνά. Βασικά, κάποια στιγμή είδαν μια παλιά φωτογραφία τα παιδιά· ο Μενέλαος ήθελε πάλι να τα αφήσω, ο Αλέξανδρος είπε «Μπαμπά, ό,τι θέλεις εσύ», η Αθανασία συμφώνησε με τον Μενέλαο, και ο καθένας είχε τους προσωπικούς του λόγους για την άποψη που εξέφερε.

Κάτι ψιλά στα μάγουλα και στο λαιμό χαμηλά τα ξυρίζω· επίσης, μια στο τόσο παίρνω τα γένεια με τη μηχανή κάνοντας ρισέτ στους 1,2 πόντους, αλλά τη μουστάκα, με εξαίρεση το απαραίτητο ψαλίδισμα στη βάση (να μπορώ να τρώω) την σέβομαι και την αφήνω. Μιλάμε για θεϊκή μουστάκα, κάτι τέτοιες σαν του Bradley Whitford δεν πιάνουν μία μπροστά της.

Οι πάνω τρίχες της μουστάκας είναι σχεδόν οριζόντιες και φεύγουν μπροστά (τσουγκρανέισιον· γενικώς, είναι μια μουστάκα-αφάνα όπου τα ανύσματα τριχών έχουν εύρος κατευθύνσεων). Τα χρώματα είναι κυρίως το κανονικό μου σχεδόν μαύρο σκούρο καφέ, με μερικές καστανές (μπλόφα) και μερικές ξανθιές (καμμένα εγκεφαλικά κύτταρα), μία κόκκινη (λόγω μακρινών γονιδίων), μία άσπρη (λόγω ηλικίας). Μπαίνω στον πειρασμό, αφού πέρασα το μήκος τύπου Freddy Mercury και είμαι στο μήκος Sam Elliott και βάλε, να ξυρίσω τα υπόλοιπα και να αφήσω τη μουστάκα μόνο. Ανατριχιάζω! Εσείς;

Οι λόγοι του καθενός για την προσωπική (κυριολεκτικά) μου τριχοφυΐα είναι, ίσως, προφανείς: ο Αλέξανδρος ήταν διπλωματικός επειδή είναι εκ του φυσικού του ευέλικτος, η Αθανασία για να κρύβονται προγούλια και λοιπά πάχητα αφού πάλι έχω πρηστεί τους τελευταίους μήνες, και ο Μενέλαος για να έχει να τραβάει.

Άου.